Στις 23 Απριλίου του 1998, στο σπίτι του στην Πολιτεία, “έφυγε” ένας μύθος της ελληνικής πολιτικής. Που σε αντίθεση με τον… μύθο που έζησε το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα, και οδήγησε την Ελλάδα στην εθνική χρεοκοπία την οποία βιώνουμε σήμερα, εκείνος συνέδεσε τη “βαριά σκιά” του με μια εποχή εθνικής αξιοπρέπειας και σεβασμού.
Ήταν φυσικά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που κέρδισε τον χαρακτηρισμό “Εθνάρχης”, όπως είχε συμβεί στο παρελθόν μονάχα με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ένας ηγέτης που υποχρέωσε τη χώρα να ακολουθήσει τη δική του περπατησιά, η οποία ήταν πιο γρήγορη και οραματικά στοχευμένη σε σχέση με τους υπόλοιπους. Προσπάθησε να μας μάθει να τρέχουμε, ενώ η χώρα αυτή διακρινόταν ιστορικά από την ακατανίκητη επιθυμία να… αράζει.
Δώδεκα χρόνια μετά την απώλεια του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στις 23 Απριλίου του 2010, ο τελευταίος των Παπανδρέου που έγινε πρωθυπουργός, ο Γιώργος Παπανδρέου, από το σημειολογικά φορτισμένο Καστελόριζο, εκφώνησε το διάγγελμα με το οποίο η Ελλάδα εντάχθηκε στον μηχανισμό στήριξης του Μνημονίου.
Τη συνέχεια, τη βιώνουμε όλοι ως τραγική εθνική και ατομική πραγματικότητα. Η Ελλάδα που… έπεσε από τα σύννεφα, ακόμη πέφτει. Γιατί παρά την εθνική χρεοκοπία, που λίγο έλειψε να γίνει και οικονομική, ελάχιστα πράγματα άλλαξαν στη χώρα. Σε νοοτροπίες, συμπεριφορές και στάση ζωής.
Μια Ελλάδα που ακόμη παθαίνει, αλλά δεν έμαθε. Δεν μαθαίνει. Μια Ελλάδα γεμάτη “παπανδρεϊσμό”. Μια Ελλάδα που δεν άντεξε να ακούσει τον Καραμανλή. Ούτε να διδαχθεί το ελάχιστο από εκείνον.