Του Joseph E. Stiglitz
Η πρόσφατη ετήσια ανοιξιάτικη συνάντηση του ΔΝΤ χαρακτηρίστηκε από μια προσπάθεια του Ταμείου να αποστασιοποιηθεί από τη παραδοσιακή του υποστήριξη στους ελέγχους του κεφαλαίου, και στην ελαστικότητα της αγοράς.
Όπως φαίνεται, υπό την ηγεσία του Dominique Strauss-Kahn, ένα νέο ΔΝΤ αρχίζει να αναδύεται.
Πριν από 13 χρόνια, στη συνάντηση του Χόνγκ Κόνγκ, το ΔΝΤ είχε επιχειρήσει να τροποποιήσει το καταστατικό του έτσι ώστε να έχει περισσότερη ισχύ στο να ωθήσει τα κράτη να προχωρήσουν σε απελευθέρωση των αγορών κεφαλαίου. Η χρονική συγκυρία ήταν λάθος. Μόλις ξεκινούσε η κρίση της ανατολικής Ασίας που οφείλονταν κυρίως στην απελευθέρωση της αγοράς κεφαλαίων, σε μια περιοχή όμως, που δεν την χρειάζονταν.
Την απελευθέρωση την ήθελαν διακαώς οι αγορές της Δύσης, σε αγαστή συνεργασία με τα υπουργεία Οικονομικών που τις υπηρετούν πιστά.
Η οικονομική απορρύθμιση στις ΗΠΑ αποτέλεσε τη κύρια αιτία της παγκόσμιας κρίσης του 2008, ενώ η απελευθέρωση των κεφαλαίων και των αγορών στον υπόλοιπο κόσμο βοήθησε τα μέγιστα στο να διαδοθεί παντού η «αμερικανογενής» αυτή κρίση.
Αυτό που η κρίση απέδειξε είναι πως οι ελεύθερες αγορές, ούτε αποδίδουν ούτε είναι σταθερές. Και ούτε τα πάνε καλά στις τιμές (βλ. τη φούσκα των ακινήτων), ούτε στις ισοτιμίες των νομισμάτων.
Η Ισλανδία μας έδειξε πως αντιμετωπίζοντας τη κρίση με ελέγχους κεφαλαίων, βοηθά τα μικρά κράτη. Και η διαδικασία του quantitative easing από πλευράς της αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας καθιστά αναπόφευκτο το θάνατο της ιδεολογίας της ελεύθερης αγοράς: Ότι τα λεφτά κατευθύνονται εκεί όπου οι αγορές θεωρούν πως θα υπάρξουν κέρδη.
Με τις αναδυόμενες οικονομίες σε πλήρη άνθηση, και την Αμερική και την ΕΕ σε πτώση, ήταν φανερό πως η νέα ρευστότητα που δημιουργήθηκε θα κατευθύνονταν στις πρώτες. Αυτό βοηθήθηκε από τη δεινή θέση στην οποία βρέθηκε το αμερικανικό πιστωτικό σύστημα, με πολλές περιφερειακές τράπεζες να κλυδωνίζονται.
Η εισροή των κεφαλαίων προς τις ανερχόμενες αγορές σημαίνει πως οι υπουργοί Οικονομικών αλλά και οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών, που ιδεολογικά είναι εναντίον των παρεμβάσεων, δεν έχουν πλέον άλλη επιλογή. Όλα σχεδόν τα κράτη, το ένα μετά το άλλο, επέλεξαν να παρέμβουν, προκειμένου να σώσουν τα εθνικά τους νομίσματα.
Σήμερα βλέπουμε πως το ΔΝΤ «ευλογεί» αυτές τις παρεμβάσεις. Αλλά προσθέτει, για να γλυκάνει το χάπι σε όσους δεν έχουν πειστεί απόλυτα, ότι η όποια παρέμβαση θα πρέπει να γίνεται μόνο εφόσον εξαντληθούν όλα τα άλλα μέσα.
Θα έπρεπε να έχουμε διδαχθεί από τη κρίση ότι οι αγορές χρειάζονται ελέγχους, και ότι η διασυνοριακή διακίνηση κεφαλαίων είναι επικίνδυνη υπόθεση. Αν θέλουμε οικονομική σταθερότητα, θα πρέπει να υπάρχουν έλεγχοι. Το να τους θεωρούμε το τελευταίο όπλο, αποτελεί συνταγή για συνεχιζόμενη οικονομική αστάθεια.
Υπάρχει μια ολόκληρη σειρά εργαλείων ελέγχου. Ακόμη κι αν οι έλεγχοι δεν αποδίδουν, είναι πολύ καλύτεροι από το τίποτα.
Μια ακόμη σημαντική αλλαγή είναι το ότι το ΔΝΤ αναγνώρισε επιτέλους τη σύνδεση μεταξύ ανισότητας και αστάθειας.
Η πρόσφατη κρίση ήταν κυρίως το αποτέλεσμα της προσπάθειας της Αμερικής να ενισχύσει μια οικονομία που την είχε πλήξει η ανισότητα, μέσα από χαμηλά επιτόκια και χαλαρούς ελέγχους (κάτι που οδήγησε τον κόσμο στο να δανείζεται πέρα από τις δυνατότητές του). Οι συνέπειες αυτής της υπερβολικής χρέωσης θα κάνουν χρόνια να ξεπεραστούν. Αλλά σύμφωνα με το ΔΝΤ αυτό δεν είναι κάτι το καινούργιο.
Η κρίση επίσης θέτει σε δοκιμασία κάποια σταθερά δόγματα που θέλουν να φταίνε οι εργασιακοί περιορισμοί για την ανεργία, αφού οι χώρες με πιο ελαστικά ημερομίσθια όπως είναι οι ΗΠΑ, τα πήγαν πολύ χειρότερα από τις χώρες της βόρειας Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας.
Και πράγματι, όσο μειώνονται τα ημερομίσθια, τόσο θα δυσκολεύονται οι εργαζόμενοι να εξοφλήσουν τα χρέη τους, ενώ τα προβλήματα στην αγορά ακινήτων θα χειροτερέψουν.
Η κατανάλωση θα παραμείνει χαμηλή, ενώ η βιώσιμη ανάκαμψη δεν μπορεί να βασίζεται σε μια ακόμη φούσκα χρέους.
Η Αμερική χαρακτηρίζονταν από οικονομική ανισότητα πριν από τη μεγάλη κρίση του 1929. Σήμερα όμως η ανισότητα είναι ακόμη μεγαλύτερη, κάνοντας την ανάκαμψη ακόμη πιο δύσκολη. Η Αμερική προετοιμάζεται να πάθει αυτά που έπαθε και η Ιαπωνία.
Υπάρχουν όμως διέξοδοι. Η ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, η αναδιάρθρωση των υποθηκών, η προσφορά κινήτρων (αλλά και κυρώσεων) ώστε να πειστούν οι τράπεζες να δανείζουν, η αναμόρφωση της φορολογίας και των δαπανών ώστε να τονωθεί η οικονομία μέσω μακροπρόθεσμων επενδύσεων, και η εφαρμογή κοινωνικών πολιτικών που να διασφαλίζουν ίσες ευκαιρίες για όλους.
Η σημερινή κατάσταση, όπου το ¼ του συνολικού εισοδήματος, και το 40% του συνολικού πλούτου καταλήγει στο 1% του πληθυσμού της, καθιστά την Αμερική λιγότερο χώρα των ευκαιριών από ότι ήταν κάποτε η παλιά Ευρώπη.
Για τους προοδευτικούς, αυτά τα στοιχεία αποτελούν μέρος της χρόνιας αγανάκτησής τους.
Αυτό όμως που είναι καινούργιο, είναι το γεγονός ότι στο παιχνίδι μπήκε τώρα και το ΔΝΤ. Όπως είπε σε πρόσφατη ομιλία του ο Strauss-Kahn: «Στο φινάλε, η ισότητα και η απασχόληση είναι οι βασικοί πυλώνες της οικονομικής σταθερότητας και προόδου, της πολιτικής σταθερότητας, και της ειρήνης. Αυτό θα αποτελέσει επίκεντρο της αποστολής του ΔΝΤ. Θα πρέπει να αποτελέσει τον πυρήνα της πολιτικής του ατζέντας».
Ας ελπίσουμε πως οι κυβερνήσεις και οι αγορές θα υπακούσουν στα κελεύσματα του Strauss-Kahn.
S.A.-Project Syndicate
ANTINEWS