Τον Λεωνίδα Τζανή τον ήξερα. Δεν ήμασταν φίλοι. Δεν κάναμε παρέα. Δεν ήταν δημοσιογραφική πηγή μου. Όμως γνωριζόμασταν. Όταν, κυρίως στη Βουλή, τύχαινε να συναντηθούμε, ανταλλάσσαμε κάποιες πολιτικές πληροφορίες ή σχολιάζουμε γεγονότα και...
πρόσωπα. Δεν μπορώ να πω αν τον εκτιμούσα ή μου ήταν αδιάφορος.
Η εντύπωση που σου έδινε ήταν ότι είναι ένας δραστήριος, πλην χαμηλών πτήσεων, πολιτικός. Ένας ήσυχος, συνηθισμένος άνθρωπος. Αυτή τουλάχιστον την εντύπωση είχα σχηματίσει. Μπορεί να έσφαλα. Μπορεί να είχε πλευρές, ακόμη και σκοτεινές, που δεν γνώριζα. Όμως, αν με ρωτούσε κάποιος, αυτά θα είχα να καταθέσω. Άντε να έβαζα και ορισμένες (εσω)κομματικές πινελιές, που ελάχιστο ενδιαφέρον έχουν, στο χαρακτήρα του.
Αυτός ο άνθρωπος όμως αυτοκτόνησε. Κρεμάστηκε χθες, μέσα στο σπίτι του. Στο Βόλο. Εκεί όπου εκλεγόταν, που ζούσε και ασκούσε τη δικηγορία όταν απεσύρθη από την πολιτική. Η είδηση της αυτοκτονίας του είναι αλήθεια ότι με μελαγχόλησε. Εξοργίστηκα όμως όταν συνειδητοποίησα ότι η αυτοχειρία του συνδέονταν με την «λίστα» των 36 πολιτικών που είδαν το όνομά τους, ανεξαρτήτως αν είναι ένοχοι ή αθώοι, να στιγματίζεται για διαφθορά.
Δεν γνωρίζω αν ο Τζανής είχε διαπράξει κάτι το επιλήψιμο. Και μετά το τραγικό γεγονός δεν θα το μάθουμε ποτέ. Γνωρίζω όμως ότι η ατιμία που διεπράχθη εις βάρος του ήταν μεγάλη. Στερήθηκε το δικαίωμα της ακροάσεως. Ακόμη κι αν ήταν ένοχος έπρεπε να γνωρίζει για ποιό λόγο κρεμάστηκε στα «μανταλάκια» της διαπόμπευσης. Ο ίδιος, σε συνομιλίες που είχε με φίλους και γνωστούς του πριν από το απονενοημένο διάβημα, υποστήριζε, κι αυτό ήταν το παράπονο του, ότι αγνοούσε ποιός ήταν ο λόγος και ουδείς τον είχε ενημερώσει.
Το ίδιο παράπονο και την ίδια οργή που έχουν κι άλλα πρόσωπα που επίσης το όνομα τους περιλαμβάνεται στη συγκεκριμένη «λίστα». Και είναι δικαιολογημένα, και τα παράπονα και η οργή τους. Όταν κάποιος κατηγορείται για κάτι, οι ελεγκτικές και οι διωκτικές αρχές οφείλουν τουλάχιστον να τον ενημερώσουν, πριν τον τυλίξουν σε μία κόλλα χαρτί και τον διοχετεύσουν βορά στα θηρία. Να τον ψάξουν, να τον ελέγξουν, να τον ξετινάξουν. Πριν όμως τον χαρακτηρίσουν οφείλουν να τον ενημερώσουν και να τον ακούσουν. Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης είναι βασική αρχή του δικαίου και δεν μπορεί να το στερηθεί κανείς.
Δεν μπορεί αυτό που (οφείλουν να) κάνουν οι δημοσιογράφοι να μην το κάνουν οι δικαστές. Δεν μπορεί μια καταγγελία, πόσο μάλλον αν είναι ανώνυμη, να διαπομπεύει ανθρώπους, να διασύρονται οικογένειες, να στιγματίζεται η ζωή τους. Μια ανώνυμη καταγγελία μπορεί να γίνει αντικείμενο έρευνας μόνον εφόσον συνοδεύεται από στοιχεία που θα την τεκμηριώνουν. Να δεχτώ ότι κάποιος καταγγέλλων, για διάφορους λόγους, δεν θέλει να γίνει γνωστό το όνομα του. Να προσκομίσει όμως στοιχεία και υλικό που να αποδεικνύουν ότι αυτά που καταγγέλλει έχουν βάση, υπάρχουν βάσιμες και ισχυρές ενδείξεις. Όχι μου είπε, σου είπα, κάτι άκουσα, δεν το ψάχνεις;
Το ίδιο που έγινε με τους «3» και τους «36» πάει να γίνει και με τους «1991» καταθέτες στην HSBC της Ελβετίας. Τα ονόματά τους θα δοθούν στη Βουλή, δηλαδή, για να μην κοροϊδευόμαστε, στη δημοσιότητα. Ήδη στο φαντασιακό των πολιτών είναι ένοχοι. Μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι αθώοι. Αυτό όμως θα γίνει αφού τελεσφορήσουν, άγνωστο πότε, οι έρευνες. Μέχρι τότε θα βρίσκονται στο απόσπασμα της ισοπεδωτικής κριτικής, της λοιδορίας και της χλεύης.
Δεν λέει κανείς να μην πληρώσουν όσοι παρανόμησαν. Να πληρώσουν. Και να πληρώσουν ακριβά. Ακόμη και οι καταθέσεις τους να δημευθούν αν είναι παράνομες, δεν μπορούν να τις δικαιολογήσουν και δεν τις έχουν δηλώσει. Μέχρι όμως να αποφανθούν οι ελεγκτικές και διωκτικές αρχές, η πολιτεία οφείλει να τους προστατεύσει. Αυτό σημαίνει κράτος δικαίου. Οργανωμένη πολιτεία (υποτίθεται ότι) είμαστε όχι συνοικιακό καφενείο ή κομμωτήριο όπου ανθεί το κουτσομπολιό.
Όχι, οι βουλευτές δεν πρέπει να γνωρίζουν. Δεν είναι αυτή η δουλειά τους. Είναι δουλειά της δικαιοσύνης και των αρχών που έχει εξουσιοδοτήσει το κράτος για να επιλαμβάνονται τέτοιων υποθέσεων. Ούτε είναι δικαίωμα του κάθε πολίτη να γνωρίζει τα πάντα. Από το τι διαπραγματεύεται ο πρωθυπουργός μέχρι ποιός είναι στο στόχαστρο του ΣΔΟΕ. Σε μια σοβαρή χώρα, σε μια δημοκρατικά οργανωμένη πολιτεία, σε μια πολιτισμένη κοινωνία υπάρχουν κανόνες, ρόλοι, καθήκοντα, δικαιώματα, υποχρεώσεις. Όταν κάνουμε όλοι τα πάντα, είναι ο καλύτερος τρόπος για να μην κάνουμε τίποτα.
Δυστυχώς η πολιτικο-οικονομική κρίση έχει οδηγήσει σε θεσμική κρίση και κρίση εμπιστοσύνης. Που με τη σειρά τους οδηγούν σε καθολική απονομιμοποίση των πάντων. Το ανώτατο δηλαδή στάδιο του λαϊκισμού και το τελευταίο σκαλοπάτι πριν την ολοκληρωτική κατάρρευση και τη μετατροπή της κοινωνίας σε ζούγκλα. Και το χειρότερο όλων είναι ότι την καχυποψία, το λαϊκισμό, την ανομία, την απονομιμοποίηση, αυτές τις βδέλλες στο σώμα της οργανωμένης και εύτακτης πολιτείας, τις τοποθετούν αυτοί που από το Σύνταγμα και τους νόμους έχουν την ευθύνη να τις πατάξουν. Αυτοί μας οδηγούν στην (ο)λιστική και ληστ(ρ)ική κοινωνία, «επεισόδια» της οποίας ζούμε αυτές τις μέρες.
Μπορεί να ακουστεί σκληρό και απάνθρωπο, αλλά θα το πω: προτιμώ ο Λεωνίδας Τζανής να αυτοκτόνησε από ενοχές, παρά να τον έπνιξε το δίκιο για την αδικία που του έγινε. Είναι καλύτερα για όλους μας η μελαγχολία και η κατάθλιψή του να ήταν αποτέλεσμα για κάτι τυχόν επιλήψιμο που ο ίδιος έκανε, παρά για την αναγραφή του ονόματός του, αν και αθώος, στη «λίστα» των 36. Στην πρώτη περίπτωση μπορούμε να τον συγχωρήσουμε. Στην δεύτερη, δεν θα μπορεί αυτός να κάνει το ίδιο για μας. Και δεν ξέρω πως μία κοινωνία μπορεί να συνεχίζει με τα εγκλήματά της ασυγχώρητα…
Φελνίκος