20.04.2011ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ Σ. ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ-ΣΤΡΑΤΗΣ
Στο Συμβούλιο Σύνδεσης Τουρκίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Άγκυρα, δια του Υπουργού Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου και του Υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Εγκεμέν Μπαγκίς, αρνήθηκε να συζητήσει τρέχοντα θέματα της σύνδεσης, δίνοντας έμφαση στην καθυστέρηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Η Συμφωνία της Άγκυρας, που εγκατέστησε ένα καθεστώς σύνδεσης με τις Βρυξέλλες, υπεγράφη το 1963, προκειμένου η Τουρκία να ακολουθήσει την Ελλάδα, που είχε και αυτή υπογράψει ανάλογη συμφωνία το 1961.
Την περίοδο όμως 1980-1987, οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρώπη είχαν παγώσει, λόγω της δικτατορίας των στρατηγών, κατ΄ αναλογία και πάλι, με τη δικτατορία των συνταγματαρχών στην Ελλάδα (1967-1974).
Η Τουρκία με την επανενεργοποίηση της συμφωνίας σύνδεσης το 1987, επί πρωθυπουργίας Τουρκούτ Οζάλ, υπέβαλλε, τον Απρίλιο 1987, επίσημο αίτημα ένταξης στην τότε Ευρωπαϊκή Κοινότητα, που όμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την απέρριψε. Τελικά, το τουρκικό αίτημα έγινε δεκτό για έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων το 2005.
Οι δύο διαδικασίες, συμφωνία σύνδεσης και ενταξιακές διαπραγματεύσεις, είναι παράλληλες και διαδικαστικά δεν συνδέονται μεταξύ τους. Ωστόσο, η εφαρμογή των όρων της συμφωνίας σύνδεσης, επηρεάζει, εμμέσως πλην σαφώς, σε πολιτικό κυρίως επίπεδο, την απρόσκοπτη συνέχιση των διαπραγματεύσεων ένταξης.
Αυτό δεν φαίνεται να το έχει αντιληφθεί η Τουρκία, η οποία ελπίζει, χωρίς αποτέλεσμα, να ακολουθήσει, και τη φορά αυτή, το παράδειγμα της Ελλάδας. Στην περίπτωση αυτή, η παράλληλη εξέλιξη της συμφωνίας σύνδεσης, με τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Αθήνας, κράτησε ελάχιστα και το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας, απορρόφησε τις εκκρεμότητες, που υπήρχαν από το καθεστώς σύνδεσης.
Με την Τουρκία όμως, αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Ούτε και πρόκειται να συμβεί και να προχωρήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις, όσο δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, δεν βοηθά αποτελεσματικά τις ενδοκοινοτικές διαπραγματεύσεις της Κύπρου, και πιο συγκεκριμένα, δεν ανοίγει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στην Κύπρο. Κάτι, που αποτελεί παραβίαση της Συμφωνίας της Άγκυρας.
Αντί λοιπόν να εισακουσθεί η «φωνή» της Τουρκίας και οι διαμαρτυρίες της στο προχθεσινό Συμβούλιο Σύνδεσης, που επεκτάθηκαν και στην άρνηση των Βρυξελλών στο τουρκικό αίτημα για κατάργηση της βίζας, οι Ευρωπαίοι επανέφεραν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, δύο ακόμη κωλύματα. Την άρση του περίφημου casus belli και την υποχρέωση της Άγκυρας στην ελεύθερη χρήση του όρου «Οικουμενικό» για το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.
Η Τουρκία τραβάει το σχοινί. Αισθανόμενη ισχυρή απέναντι στην ασθενούσα Ελλάδα, δεν αντιλαμβάνεται ωστόσο, ότι τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις ένταξης μιας χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι πολύ αυστηρά, πιο αυστηρά από πριν, λόγω της τελευταίας διεύρυνσης σε 27 μέλη, που κινδυνεύει να μετατρέψει την Ένωση σε ζώνη ελεύθερου εμπορίου, χωρίς κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας.
Η δε συμμετοχή της Τουρκίας, από την επομένη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ως μέλους της Ατλαντικής Συμμαχίας και του Συμβουλίου της Ευρώπης, γεγονός που την κατέστησε «ευρωπαϊκή χώρα», χωρίς να ανήκει γεωγραφικά και πολιτιστικά, δεν έχει καμία σημασία σήμερα.
Αν δεν το αντιληφθεί αυτό, η Τουρκία θα καταντήσει μια περιφερειακή δύναμη της περιοχής της, με μεγάλη βέβαια ισχύ στη Δύση, όπως η Περσία επί Σάχη, όπου την περίοδο της οικονομικής ευμάρειας, οι Ιρανοί ταξίδευαν στην Ευρώπη ελεύθερα, χωρίς βίζα.
Πηγή: Statesmen.gr
Στο Συμβούλιο Σύνδεσης Τουρκίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Άγκυρα, δια του Υπουργού Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου και του Υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Εγκεμέν Μπαγκίς, αρνήθηκε να συζητήσει τρέχοντα θέματα της σύνδεσης, δίνοντας έμφαση στην καθυστέρηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Η Συμφωνία της Άγκυρας, που εγκατέστησε ένα καθεστώς σύνδεσης με τις Βρυξέλλες, υπεγράφη το 1963, προκειμένου η Τουρκία να ακολουθήσει την Ελλάδα, που είχε και αυτή υπογράψει ανάλογη συμφωνία το 1961.
Την περίοδο όμως 1980-1987, οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρώπη είχαν παγώσει, λόγω της δικτατορίας των στρατηγών, κατ΄ αναλογία και πάλι, με τη δικτατορία των συνταγματαρχών στην Ελλάδα (1967-1974).
Η Τουρκία με την επανενεργοποίηση της συμφωνίας σύνδεσης το 1987, επί πρωθυπουργίας Τουρκούτ Οζάλ, υπέβαλλε, τον Απρίλιο 1987, επίσημο αίτημα ένταξης στην τότε Ευρωπαϊκή Κοινότητα, που όμως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την απέρριψε. Τελικά, το τουρκικό αίτημα έγινε δεκτό για έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων το 2005.
Οι δύο διαδικασίες, συμφωνία σύνδεσης και ενταξιακές διαπραγματεύσεις, είναι παράλληλες και διαδικαστικά δεν συνδέονται μεταξύ τους. Ωστόσο, η εφαρμογή των όρων της συμφωνίας σύνδεσης, επηρεάζει, εμμέσως πλην σαφώς, σε πολιτικό κυρίως επίπεδο, την απρόσκοπτη συνέχιση των διαπραγματεύσεων ένταξης.
Αυτό δεν φαίνεται να το έχει αντιληφθεί η Τουρκία, η οποία ελπίζει, χωρίς αποτέλεσμα, να ακολουθήσει, και τη φορά αυτή, το παράδειγμα της Ελλάδας. Στην περίπτωση αυτή, η παράλληλη εξέλιξη της συμφωνίας σύνδεσης, με τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Αθήνας, κράτησε ελάχιστα και το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας, απορρόφησε τις εκκρεμότητες, που υπήρχαν από το καθεστώς σύνδεσης.
Με την Τουρκία όμως, αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Ούτε και πρόκειται να συμβεί και να προχωρήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις, όσο δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, δεν βοηθά αποτελεσματικά τις ενδοκοινοτικές διαπραγματεύσεις της Κύπρου, και πιο συγκεκριμένα, δεν ανοίγει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στην Κύπρο. Κάτι, που αποτελεί παραβίαση της Συμφωνίας της Άγκυρας.
Αντί λοιπόν να εισακουσθεί η «φωνή» της Τουρκίας και οι διαμαρτυρίες της στο προχθεσινό Συμβούλιο Σύνδεσης, που επεκτάθηκαν και στην άρνηση των Βρυξελλών στο τουρκικό αίτημα για κατάργηση της βίζας, οι Ευρωπαίοι επανέφεραν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, δύο ακόμη κωλύματα. Την άρση του περίφημου casus belli και την υποχρέωση της Άγκυρας στην ελεύθερη χρήση του όρου «Οικουμενικό» για το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.
Η Τουρκία τραβάει το σχοινί. Αισθανόμενη ισχυρή απέναντι στην ασθενούσα Ελλάδα, δεν αντιλαμβάνεται ωστόσο, ότι τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις ένταξης μιας χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι πολύ αυστηρά, πιο αυστηρά από πριν, λόγω της τελευταίας διεύρυνσης σε 27 μέλη, που κινδυνεύει να μετατρέψει την Ένωση σε ζώνη ελεύθερου εμπορίου, χωρίς κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας.
Η δε συμμετοχή της Τουρκίας, από την επομένη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ως μέλους της Ατλαντικής Συμμαχίας και του Συμβουλίου της Ευρώπης, γεγονός που την κατέστησε «ευρωπαϊκή χώρα», χωρίς να ανήκει γεωγραφικά και πολιτιστικά, δεν έχει καμία σημασία σήμερα.
Αν δεν το αντιληφθεί αυτό, η Τουρκία θα καταντήσει μια περιφερειακή δύναμη της περιοχής της, με μεγάλη βέβαια ισχύ στη Δύση, όπως η Περσία επί Σάχη, όπου την περίοδο της οικονομικής ευμάρειας, οι Ιρανοί ταξίδευαν στην Ευρώπη ελεύθερα, χωρίς βίζα.
Πηγή: Statesmen.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου