Η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ αποδέχτηκε τελικά το νέο σχήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αν είναι να αποτραπεί η κατάρρευση του όλου ευρωπαϊκού σχεδίου υπό το βάρος της συνεχιζόμενης κρίσης χρέους, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συνδυάσει την ενίσχυση της σταθερότητας, τις δημοσιονομικές μεταβιβάσεις και την αμοιβαία αλληλεγγύη.
Για πολύ καιρό η Μέρκελ πολεμούσε με όλες της τις δυνάμεις αυτή την ‘ολοκληρωτική Ευρώπη’ επειδή γνώριζε πόσο αντιδημοφιλής ήταν στη Γερμανία – επομένως πόσο πολιτικά επικίνδυνη ήταν για τις εκλογικές της προοπτικές και το πολιτικό της μέλλον. Ναι μεν ήθελε να υπερασπίσει το ευρώ αλλά χωρίς να πληρώσει το αναγκαίο κόστος. Χάρη στις χρηματοπιστωτικές αγορές, το όνειρο αυτό βρίσκεται τώρα στο τέλος του.
Οι αγορές έχουν δώσει τελεσίγραφο στην Ευρώπη: είτε θα προχωρήσει σε περαιτέρω οικονομική και χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση σε ομοσπονδιακή βάση, είτε θα έρθει αντιμέτωπη με την κατάρρευση του ευρώ και κατά συνέπεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Κοινής Αγοράς. Η Αγγέλα Μέρκελ έκανε τη σωστή επιλογή την τελευταία στιγμή.
Αν οι επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είχαν λάβει αυτή την προνοητική απόφαση πριν ένα χρόνο, η ευρωπαϊκή κρίση δεν θα είχε κλιμακωθεί ως το σημερινό βαθμό, το συνολικό κόστος θα ήταν χαμηλότερο και οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα έμεναν στην ιστορία για το γενναίο επίτευγμά τους. Αλλά πριν ένα χρόνο η Γερμανίδα καγκελάριος δεν τολμούσε να αναλάβει δράση.
Η συμφωνία του πρόσφατου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερο κόστος, και πολιτικό και οικονομικό. Παρά το διπλασιασμό της οικονομικής βοήθειας και τη μείωση των επιτοκίων, η συμφωνία δεν πρόκειται να σημάνει ούτε το τέλος της ελληνικής κρίσης, ούτε το τέλος της κρίσης των άλλων κρατών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, ούτε το τέλος της συναφούς υπαρξιακής κρίσης της ΕΕ. Απλά θα αγοράσει ξανά χρόνο – και με υψηλότερο κόστος. Τα περαιτέρω πακέτα βοήθειας προς την Ελλάδα θα είναι αδύνατο να αποφευχθούν, επειδή οι ζημιές που επιβλήθηκαν στους πιστωτές των ελληνικών ομολόγων υπήρξαν υπερβολικά μετριοπαθείς.
Ούτε τα άλλα κράτη που πλήττονται από την κρίση της Ευρωζώνης προβλέπεται να σταθεροποιηθούν, επειδή η Γερμανία – φοβούμενη τις εσωτερικές πολιτικές αντιδράσεις – δεν τόλμησε να ασπαστεί την αρχή της κοινότητας των υποχρεώσεων μέσω της έκδοσης ευρωομολόγου, κι αυτό μολονότι ο νέος ρόλος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας σημαίνει ότι το 90% του δρόμου έχει ήδη διανυθεί. Έτσι, για άλλη μια φορά, δεν υπήρξε επιτυχία στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών ενόψει της δυναμικής της κρίσης. Και η συμμετοχή των ιδιωτών πιστωτών που τόσες επευφημίες ξεσήκωσε στη Γερμανία είναι δευτερεύουσας σημασίας: στοχεύει μόνο στο γερμανικό κοινό και ειδικότερα στους βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού. Στην πραγματικότητα, αν δούμε τη συμφωνία πιο προσεκτικά, φαίνεται ότι οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρείες σημειώνουν καλούτσικα κέρδη. Οι ζημιές τους θα παραμείνουν ελάχιστες.
Βέβαια η κατάρρευση του κοινού νομίσματος αποφεύχθηκε και ο Γάλλος πρόεδρος έχει δίκιο να θριαμβολογεί για την ίδρυση ενός ‘Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου’ ως πραγματικού επιτεύγματος. Αλλά αυτή η τολμηρή κίνηση έχει μεγάλες εσωτερικές συνέπειες που πρέπει να εξηγηθούν στο κόσμο, διότι κάθε κίνηση προς την κατεύθυνση της ίδρυσης ενός τέτοιου Ταμείου – καθώς και προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης – σηματοδοτεί μια πολιτική επανάσταση σε τρεις πράξεις μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Καταρχήν, η ένωση των δύο ταχυτήτων, που αποτελεί πραγματικότητα από τους πρώτους γύρους της ευρωπαϊκής διεύρυνσης, θα διαχωρίσει την ΕΕ ανάμεσα σε μια εμπροσθοφυλακή που θα αποτελείται από τα κράτη του ευρώ και μια οπισθοφυλακή που θα συγκροτείται από τα υπόλοιπα εκ των 27 κρατών-μελών. Αυτή η σχηματοποιημένη διαίρεση θα αλλάξει σε βάθος την εσωτερική αρχιτεκτονική της ΕΕ. Κάτω από την ομπρέλα της διευρυμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης θα επιστρέψουν οι παλιές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε μια Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα με επικεφαλής τη Γερμανία και τη Γαλλία και μια Ευρωπαϊκή Ένωση Ελεύθερου Εμπορίου με επικεφαλής τη Βρετανία και τις Σκανδιναβικές χώρες. Από δω και στο εξής τα κράτη του ευρώ θα ορίζουν την τύχη της ΕΕ περισσότερο από ποτέ, χάρη στα κοινά τους συμφέροντα.
Δεύτερον, το άλμα προς το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο και την ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση θα φέρει μια περαιτέρω – και μάλιστα μεγάλη – περιστολή της εθνικής κυριαρχίας των κρατών μελών προς όφελος μιας ευρωπαϊκής ομοσπονδιακής λύσης. Για παράδειγμα, μέσα στη νομισματική ένωση τα νομοσχέδια για τον εθνικό προϋπολογισμό θα υποβάλλονται προς έγκριση σε ένα ευρωπαϊκό εποπτικό σώμα.
Τέλος, όλα αυτά συνεπάγονται ότι στο μέλλον οι Ευρωπαίοι πολιτικοί, και κυρίως η Μέρκελ και ο Σαρκοζί, θα πρέπει να προσπαθήσουν πολύ περισσότερο από ό,τι μέχρι σήμερα προκειμένου να διαφυλάξουν τις εκλογικές τους πλειοψηφίες. Σήμερα οι πλειοψηφίες αυτές έχουν γίνει πιο αβέβαιες από κάθε άλλη φορά. Για να επιβιώσει το ευρώ, η αληθινή ολοκλήρωση με περαιτέρω μεταβιβάσεις εθνικής κυριαρχίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι αναπόφευκτη. Αυτό το ιστορικό βήμα όμως δεν υπάρχει περίπτωση να προχωρήσει από την πίσω πόρτα της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, μπορεί να το κάνει μόνον υπό το άπλετο φως των δημοκρατικών διαδικασιών. Η περαιτέρω ομοσπονδιοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να ενισχύσει τον περαιτέρω εκδημοκρατισμό της.
Για να επιβιώσει η Ευρωζώνη θα πρέπει η πλειοψηφία των πολιτών της, ιδίως των πολιτών της Γερμανίας και της Γαλλίας, να ασπαστεί το ευρώ σαν νόμισμά της. Το θέμα αυτό δεν είναι τεχνοκρατικό αλλά βαθύτατα πολιτικό και δημοκρατικό. Για να παραφράσουμε τον Μπιλ Κλίντον: «Είναι η εθνική κυριαρχία, ανόητε!»... Επομένως το πρώτο βήμα πρέπει να αφορά τη διασφάλιση ενός ισχυρού λόγου για τα εθνικά κοινοβούλια σε αυτή τη διαδικασία.
Στη Γερμανία υπάρχει ευρύτατη συναίνεση για μια ευρωπαϊκή ένωση σταθερότητας, αλλά όχι για μια ένωση μεταβιβάσεων ή μια ένωση υποχρεώσεων. Κι αυτό ισχύει πρωτίστως για τους ψηφοφόρους της Μέρκελ. Από σήμερα οι κυβερνήσεις θα πρέπει να παλέψουν για πλειοψηφίες που θα στηρίζουν το ευρώ. Αυτό είναι θετικό γιατί μόνο με δημοκρατική συναίνεση θα υπάρξει μέλλον στην Ευρώπη. Η Γερμανίδα καγκελάριος και ο Γάλλος πρόεδρος θα πρέπει να παρουσιάσουν τις πολιτικές τους ανοιχτά στον κόσμο και να παλέψουν για την περαιτέρω ολοκλήρωση και το ενιαίο νόμισμα.
Το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους θα ορίσει την δική τους τύχη και το αν θα παραμείνουν στην εξουσία. Είναι πολύ αμφίβολο αν θα τα καταφέρουν, με δεδομένους τους κυρίαρχους προσανατολισμούς της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Αλλά αν δεν προσπαθήσουν καν, η ήττα τους – όπως και η ήττα της Ευρώπης – είναι σίγουρη.
Sofokleus10.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου